Ήμουν Κυριακή βράδυ Πανόρμου με τον αδερφό μου που ζει στην Ελβετία. Και μου έλεγε πόσο περίεργο θα φαινόταν σε έναν Δυτικό το να έρθει στην Αθήνα μεσούσης της κρίσης και να δει τον κόσμο να γεμίζει τα μαγαζιά (αν και προσπαθούσα να τον πείσω ότι αυτό δεν είναι το «γεμάτο» τους), να είναι στα ταβερνοταρατσάκια με ζωντανή μουσικούλα και να γελάει, να τραγουδάει, να ξεδίνει.
Έχοντας ζήσει κι εγώ στο εξωτερικό χρόνια, και όχι σε καιρούς κρίσης, και βλέποντας τους καθωσπρέπει Δυτικούς να γίνονται λιάρδα με την πρώτη ευκαιρία, η διασκέδασή τους να είναι το να μην θυμούνται την άλλη μέρα τι έκαναν, να κατουράνε οι μισόγυμνες Αγγλιδούλες στο πεζοδρόμιο και να ουρλιάζουν σαν ούγκα ούγκα στο πιο ξασπρισμένο, χαμογελώ γλυκά με την παρατήρηση του brother. Μου αρέσει αυτό που βλέπω στην Πανόρμου.
Είναι η χώρα μας στα χειρότερά της. Πάντα πίστευα, πολύ πριν την κρίση, ότι είμαστε μια βαθειά υποκριτική κοινωνία. Ξέρεις, ο τύπος με το αυθαίρετο που καταγγέλει το δίπλα αυθαίρετο, ο τύπος που διορίστηκε στο Υπουργείο χωρίς κανένα προσόν και φωνάζει επειδή του μειώνουν το μισθό, ο άλλος τυπάρας που γκρινιάζει συνέχεια ενώ δεν του λείπει τίποτα κτλ. Όχι όλοι. Αλλά πολλοί. Είμαστε μια ανώριμη κοινωνία, χωρίς συλλογική συνείδηση όταν πρόκειται για τα επαγγελματικά μας, τα εθνικά μας, τα πολιτιστικά μας. Είμαστε μια κοινωνία εφηβικής νοοτροπίας, που νομίζει ότι θα την σκαπουλάρει στην κάθε δυσκολία, που θα πει εύκολα ψέματα για να πετύχει το στόχο της, που θα κατηγορήσει το απροσδιόριστο κατεστημένο για οτιδήποτε της συμβεί. Σαν να μην είναι το κατεστημένο αυτό μέρος της, σαν να προσγειώθηκαν 300 ατομάκια στο Κενοβούλιο από διαστημόπλοια. Εξωγήινοι ΓΑΠ και Σαμαράδες με 7 μάτια, 5 αυτιά και ουρά. Και λέιζερ. Που θέλουν το κακό σου. Αλλά εσύ δεν ήξερες τίποτα.
Και να σου που αλλάζουν όλα το βράδυ. Δεν λένε ότι οι έφηβοι έχουν αντίστροφα ωράρια; Δεν θα μπω σε τεχνικούρες για κιρκάδιους ρυθμούς, αλλά εξηγείται κι επιστημονικά ρε αδερφέ. Ναι, οι έφηβοι ζουν τη νύχτα. Κι έτσι τη νύχτα η Αθήνα, η Ελλάδα, ξυπνάει από την υπνωτισμένη βλακεία της ημέρας και αποκτά το πιο σημαντικό πράγμα που της λείπει. Το Παπαφλεσικό «εμείς». Το «μαζί».
Ναι ρε ηλίθιε, μαζί τα φάγαμε. Τα φάγαμε και τα τρώμε. Και στα καλά, και στα κακά. Κι έτσι τον τρώμε και τώρα μαζί.
Αλλά όταν βλέπω τον κόσμο στην Αθήνα το βράδυ, χαμογελώ. Γιατί πλούσιοι, φτωχοί (αυτοί που γκρινιάζουν λιγότερο απ’όλους…), μίζεροι, χαμογελαστοί, γίνονται ένα και περνάνε «μαζί», έτσι όπως οι εξωγήινοι τροϊκανοί από τον πλανήτη των ρομπότ δεν πέρασαν ποτέ, παρά μόνο όταν ήπιαν 17 μπύρες εκείνο το βράδυ στον Λαγανά.
Όσο για μας…
Είναι κάτι παιδιά που δεν γίνονται άντρες*
*όχι με το νόημα του στίχου του Τουρνά…
Ηλίας Π.