Θα πρέπει να είναι Κυριακή.
Το κεφάλι μου κουδουνίζει σαν τσιγγάνικο ντέφι…
ο ήλιος, σήμερα, πολύ νωρίς χτύπησε το παράθυρό μου.
Δεν μου έκανε το χατίρι.
Δεν χαρίστηκε στην αϋπνία των δύο τελευταίων ημερών.
(Έχω θυμώσει μαζί του.)
Θα πρέπει να είναι Κυριακή.
Οι φωνές της αγοράς παλεύουν να με επαναφέρουν
…δεν είμαι σίγουρη…
μπορεί να είναι οι ερινύες στο κεφάλι μου
που προσπαθούν να μου θυμίσουν
κάτι που έχω ξεχάσει. Από καιρό.
Δεν θα άντεχα να θυμηθώ κάτι που έχω ξεχάσει!
Πόσο εφιαλτικό να συνειδητοποιήσεις ξαφνικά,
ότι τόσα χρόνια ζούσες χωρίς να θυμάσαι κάτι που ήταν
ικανό να σου αλλάξει τη ζωή!
(…ίσως γι’αυτό να το είχες ξεχάσει…)
Ανεβαίνω στην ταράτσα. Τρέχοντας. Παραπατώντας.
Η θέα είναι αφοπλιστική.
Δεν υπάρχει ύλη να κλείνει το δρόμο.
(Πάντα το πίστευα αυτό…απλά κάποιες φορές το ξεχνάω.)
Ο κόσμος γονατισμένος στα πόδια μου…
κι εγώ νιώθω…πώς να το πω;
…Ευθύνη.
Ναι. “Ευθύνη” είναι η κατάλληλη λέξη.
Πόση ευθύνη νιώθεις …
όταν ολόκληρος ο κόσμος κρέμεται από πάνω σου;
Τόση.
Άννα
( ΥΓ. “Το να ξεχνάς είναι όμορφο…αρκεί την αμνησία σου να μη θυμάσαι”
όπως συμπέρανε κάποιος φίλος, κάποιο βράδυ, κάπου στην Ικαρία. . . μάλλον. . . )