“Τρίτη 4 Μαίου 2010, δέκα το βράδυ. Πρώτη εκπομπή. Πρέπει να έκανε πολύ κρύο εκείνη τη νύχτα. Όταν κάθησα μπροστά από το μικρόφωνο ένοιωσα ένα έντονο ρίγος να με διαπερνά. Όχι, όχι λάθος κάνω. Πρέπει να έκανε πολύ ζέστη. Μάλλον έτσι εξηγούνται και οι στάλες ιδρώτα που γέμισαν το μέτωπο μου, το στέγνωμα στο στόμα όταν σήκωσα “τη φέτα” της κονσόλας για να κάνω την πρώτη εκφώνηση. Τελικά πολύ λίγα θυμάμαι από τότε.
Ο χρόνος είναι κάτι σχετικό. Και ενώ τα πρώτα 60′ λεπτά εκείνης, της πρώτης εκπομπής πέρασαν βασανιστικά αργά, τα 6 χρόνια στον Music Society κύλησαν τόσο γρήγορα.
Δανείζομαι τα λόγια μιάς καλής φίλης και εξαιρετικής μαγείρισσας, η οποία περιγράφοντας την φωτογραφία μιας μέλισσας πάνω σε ένα γλυκό έγραψε ” Για να κάθεσαι στην κορυφή μιας λιλιπούτειας γλυκειάς μαρέγκας πρέπει να είσαι “εργάτης”. Η κορυφή είναι για να βλέπεις καλύτερα. Η κορυφή είναι για να αναμετρώμαστε με τις δυνάμεις μας και να γλυκαινόμαστε, σαν την απρόσκλητη μέλισσα”.
Tην λέξη “εργάτης” στον Music Society την αγκάλιαζει η έννοια “αυτοδιαχείρηση”. Για μας η πορεία προς την κορυφή, την δική μας κορυφή, έχει συχνά σισσύφεια χαραχτηριστικά. Όχι, δεν μας τιμωρεί η αλαζονεία κάποιων θεών γιατί τους κλέψαμε την γνώση. Μας εμπόδιζουν συχνά οι ανθρώπινες αδυναμίες. Ταυτόχρονα όμως αυτές οι ίδιες αδυναμίες γινόταν το επόμενο σκαλοπάτι για τον στόχο μας. Ψάχνουμε να βρούμε τον καλύτερο αεροδιάδρομο για να πετάξουμε ψηλά και να φτάσουμε εύκολα να περπατήσουμε στα σοκάκια της Σύρου και τους δρόμους του Κingston στην Τζαμάικα. Για να προσγειωθούμε στις πράσινες εκτάσεις της Ιρλανδίας και στα θερμά νερά της Ισλανδίας.
Στο μαγικό, μουσικό χαλί μας ανέβηκαν και πέταξαν ροκάδες και πανκηδες, ρεμπέτες και bluesmen, “έντεχνοι” αλλά και άτεχνοι. Κυρίως όμως ταξίδεψαν πάνω από 100 μουσικοί παραγωγοί που στις αποσκευές τους κουβαλούσαν νότες, μουσικές ιστορίες, φαντασία και το σημαντικότερο, ψυχή. Αλλά και δάσκαλοι και καλλιτέχνες που μοιράστηκαν τις δικές τους εμπειρίες.
Κάποιοι από τους παραγωγούς δεν συνέχισαν το ταξίδι. Οι μεγάλοι έρωτες τα έχουν αυτά. Είναι έντονοι, γεμάτοι πάθος, σου τρώνε τις σάρκες, αφήνουν τα σημάδια τους βαθιά αλλά κρατούν λίγο. Κάποιοι άλλοι συνεχίζουν. Έτσι είναι οι μεγάλες αγάπες. Γλυκιές, σταθερές ίσως μερικές φορές και λίγο βαρετές, αλλά συντροφεύουν για πολύ χρόνο. Κάποιοι παραγωγοί κάνουν μια στάση για να ξαποστάσουν αλλά και καινούργοι επιβάτες παίρνουν την θέση τους. Αυτό το μαγικό μουσικό χαλί ποτέ δεν ταξιδεύει άδειο.
Μπορεί ο Μusic Society να μην είναι ο καλύτερος ιντερνετικός σταθμός (αν και δεν ξέρω πως ορίζεται το “καλύτερος”). Σίγουρα δεν έχει τους περισσότερους ακροατές. Όμως είναι το πρώτο αυτοδιαχειριζόμενο ραδιόφωνο, που γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα από τις προσδοκίες, τα όνειρα, τον κόπο, τις θέσεις και τις αντιθέσεις πολλών και διαφορετικών ανθρώπων. Είναι πολύχρωμος και μπορεί να αγκαλιάσει το διαφορετικό. Για αυτό είναι και τόσο ξεχωριστός. Και όπως ονομαζόταν και ένας παλιός δίσκος του Παντελή Αμπατζή (ελαφρώς παραφρασμένος) είναι “Παντελώς χειροποίητος”.