του Βαγγέλη Ντούγκου
Η γνωριμία μου με το Μονοκόκαλο έγινε ένα ζεστό, αυγουστιάτικο βράδυ συνοδεία ρακής και ανατολίτικων μεζέδων, που μόνο καλός οιωνός για το μέλλον θα μπορούσε να είναι. Το υπόλοιπο του καλοκαιρού, για κάποιο συγκυριακό λόγο, βρέθηκα εγώ – που δεν πολυκατέχω την ελληνόφωνη σκηνή, η αλήθεια είναι – να ασχολούμαι αρκετά και με διαφορετικές ιδιότητες με το εγχείρημα αυτό.
Εγχείρημα; Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω καλύτερα γιατί ουσιαστικά πρόκειται για μια προσπάθεια που γεννήθηκε μέσα από μια συζήτηση συν-καλλιτεχνών και φίλων, όπως πολλά άλλα ενδιαφέροντα πράγματα. Η ιδέα είναι να δοθεί ένα καλλιτεχνικό βήμα, μια σκηνή εκπροσώπησης ετερόκλητων σχημάτων, προερχόμενων από διαφορετικά παρακλάδια της εγχώριας μουσικής δημιουργίας, που όμως μπορούν να μπουν κάτω από μια κοινή στέγη: αυτή του ελληνικού στίχου. Που θέλουν να υπηρετήσουν αυτήν την σκηνή και μέσω μιας αμφίδρομης επικοινωνίας με το κοινό να της προσδοθεί μια φρέσκια και δυναμική ταυτότητα. Ένα κοινό που, όπως εγώ, χρειάζεται πολλές φορές μια γιορτή, ένα κάλεσμα, για να έρθει σε επαφή με καλλιτέχνες που αγνοούσε και να συνδιαλεχθεί μαζί τους με όχημα τη μουσική και το κλίμα που αυτή γεννά.
Κάπως έτσι άρχισαν να μαζεύονται οι μπάντες και οι καλλιτέχνες, στην αρχή 2, 4, 16, 20, και η αγκαλιά του Μονοκόκαλου μεγάλωσε και μεγαλώνει. Κάπως έτσι, με τα τέσσερα πρώτα σχήματα είχαμε τη χαρά να συμπαρουσιάσουμε τόσο γενικά το εγχείρημα που ακούει σε αυτό το ευφάνταστο όνομα όσο και τη δουλειά τους στο στούντιο του Music society*. Από κει και πέρα, η φαντασία μόνο μπορούσε να προεικάσει πώς ο συνδυασμός αυτός των τεσσάρων θα έδενε τη συνταγή του Μονοκόκαλο #1.
Φτάνοντας στο Gagarin 205 την περασμένη Παρασκευή δεν ήξερα τι να περιμένω. Υπήρχε η προσμονή που κτίστηκε όλον αυτόν τον καιρό, ταυτόχρονα με ένα πραγματικό ενδιαφέρον για το πώς θα κύλαγε η βραδιά, ειδικά δεδομένου ότι μόνο τους Τεφλόν είχα δει ζωντανά στο παρελθόν. Μάλιστα υπήρχε και πραγματική απορία για την σειρά εμφάνισης, αφού αυτή είχε κρατηθεί μυστική – ένα παιχνίδι με το κοινό πολύ εύστοχο που θα επαναληφθεί και σε όλες τις μελλοντικές διοργανώσεις. Όπως και ο συνδυασμός των μουσικών ειδών, για να προσφέρεται ένα απολαυστικό κοκτέιλ κάθε φορά: 4 διαφορετικού ύφους σχήματα, ανά δίμηνο περίπου, θα μπαίνουν στο σέικερ.
Ο κόσμος ήταν τόσος όσο να δημιουργείται ωραίο κλίμα αρχικά, και στη συνέχεια πύκνωσε. Μου γεννήθηκε η απορία πόσοι άραγε είχαν έρθει για μια συγκεκριμένη μπάντα και πόσοι για το Μονοκόκαλο; Και γιατί δεν είχε ακόμα περισσότερο κόσμο, το εισιτήριο ήταν όσο μια μπύρα! Το να πληρώνεις για μια μπύρα και να βλέπεις τέσσερις μπάντες είναι σπουδαίο όταν το ημερολόγιο λέει 2018.
Πρώτοι στην σκηνή βγήκαν οι Αστρογόνο. Έχοντας στο ενεργητικό τους μια κυκλοφορημένη δουλειά, και προβάλλοντας μια οπτική περί μουσικής που παντρεύει το σεβασμό στην παράδοση με τη διάθεση για πειραματισμό, η μπάντα έδωσε ένα όμορφο ξεκίνημα στο φεστιβάλ. Λίγο αδικημένοι από το άβολο της ώρας – εργάσιμη μέρα γαρ πολλοί έπρεπε να βιαστούν για να προλάβουν – και από τον ήχο που έκανε παιχνίδια όχι πολύ ευχάριστα προς το αυτί. Κατάφεραν ωστόσο να μας βάλουν στον όμορφο κόσμο τους και να δώσουν και μια πρώτη γεύση από την επερχόμενη δουλειά τους. Με όπλα δύο εξαιρετικές φωνές, και όργανα που δε βλέπει συχνά κανείς επί σκηνής, με άφησαν με την προσμονή να τους απολαύσω και πάλι, ίσως λίγο πιο αργά στη νύχτα, αφού έχει κυλήσει περισσότερο αλκοόλ.
Η συνέχεια ανήκε στους Τεφλόν. Παρά τα όποια τεχνικά προβλήματα με τον ήχο, που έκαναν να χαθεί λίγο από το ιδανικό της φωνής του Κώστα ως συνοδεία των – ναι! – post–rock ήχων τους, η μπάντα έδινε την αίσθηση κάποιες στιγμές σαν να απογειώνεται κυριολεκτικά και ιπτάμενη όντας μας μετέφερε σε κόσμους όπου η κιθάρα είναι η ζωοποιός δύναμη. Μετά από ένα δεμένο σετ απαρτιζόμενο από κομμάτια και από τις δύο δουλειές τους, που μπόρεσε και με έβαλε πλήρως στο υποβλητικό τους κλίμα (ακόμα και τώρα θυμάμαι τη δύναμη των στίχων του Κάποτε έρχεται το τέλος…), σκεφτόμουν πόσο θα τους ταίριαζε να αφήνονταν ακόμα περισσότερο στα ηχητικά τοπία του θορύβου, ακολουθώντας το παράδειγμα καλλιτεχνών που ξέρω ότι θαυμάζουν, όπως οι Shellac.
Ο επόμενος μονοκόκαλος ήταν και αυτός για τον οποίον εξεπλάγην περισσότερο εκείνη την Παρασκευή. Το είδος που εκπροσωπεί αποτελεί στοίχημα όταν είναι λάιβ, το αποτέλεσμα μπορεί να κινηθεί μεταξύ του εντυπωσιακού και του απόλυτου τίποτα. Σε αντιδιαστολή με το τίποτα, αυτό που συνέβη με τον κύριο Sigmataf ήταν – για μένα – απρόσμενο και συναρπαστικό. Ο Στέλιος επί σκηνής είναι από αυτά τα χαρισματικά άτομα που μπορούν να βγάλουν ένα κομμάτι του εαυτού τους και να το δώσουν απλόχερα στον κόσμο. Δεν ξέρω πώς το πετυχαίνει, είναι η προσωπικότητα, η σχεδόν ντελιριακή παρουσία, είναι οι στίχοι, το οπτικό μέρος του σετ που βοηθά, οι πιστοί συνεργάτες και φίλοι Χρήστος και Αλέκος δίπλα του; Σημασία έχει ότι χοροπήδησα με την ψυχή μου, και στο τέλος έμεινε αυτή η γλυκιά ευφορία που δημιουργεί ο ηλεκτρονικός ήχος, και ένας αντίλαλος από τα λόγια που είχαν γεμίσει την σκηνή.
Τελευταία εμφάνιση, τα Αγόριαstonilio. Ούτε αυτούς είχα ξαναδεί, αλλά ήταν ακριβώς όπως φανταζόμουν και όπως μου τους είχαν περιγράψει. Καθαρή ροκ ενέργεια στην σκηνή, η οποία μεταφέρεται αυτούσια στον κόσμο, που με τη σειρά του τους τη στέλνει πίσω ενισχυμένη. Ίσως το μυστικό βρίσκεται στο πάρκιν, τη φόρμα ή μάλλον την απουσία φόρμας που οι ίδιοι επικαλούνται για να περιγράψουν τη μουσική τους. Νιώθω ότι στον αντίποδα των Τεφλόν και της εγκεφαλικής τους δύναμης, τα αγόρια λειτουργούν πάνω στην ενστικτώδη αντίδραση στη ροκ μουσική. Και είναι ωραίο να πάλλεσαι και εσύ με τη μπασογραμμή.
Όταν ανάψαν τα φώτα, σκεφτόμουν πώς είχε εξηγήσει ο εμπνευστής Socos το όνομα Μονοκόκαλο: το ενιαίο, το σύνολο, αυτό που δένει. Ή και αυτό που είναι δύσκαμπτο. Στο πέρας της πρώτης διοργάνωσης, η δεύτερη εξήγηση απλά εξαϋλώθηκε. Χαμογελώντας και τώρα που το σκέφτομαι, αυτό το σύνολο, αν και υπό συνεχή (ανα)διαμόρφωση όπως λένε και οι άνθρωποί του, έχει ήδη αποκτήσει το ένα, ενιαίο κόκαλο, που θα αποτελέσει τον σκελετό για μελλοντικές ημερομηνίες. Και όσοι χάσατε το πρώτο, φροντίστε να δώσετε το «παρών» στα επόμενα, γιατί μια ωραία φάση στήθηκε και πρόκειται να μείνει…
*Μπορείτε να ακούσετε την παρουσίαση του Μονοκόκαλου και τη συζήτηση με μέλη από τα 4 σχήματα της πρώτης διοργάνωσης εδώ.
(Όλες οι φωτό είναι από τις σελίδες των καλλιτεχνών στο Facebook)